ΑΦΡΟΔΙΣΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ

Εντοπισμός – Θεραπεία

Κονδυλώματα
Τα κονδυλώματα είναι το πιο συχνό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Χαρακτηρίζεται από βλατίδες ή οζίδια ή συρρέουσες μάζες με ανθοκραμβοειδή επιφάνεια που εντοπίζονται στην πρωκτογεννητική περιοχή και στη στοματική κοιλότητα. Σε έγκυες γυναίκες με HPV στο γεννητικό σωλήνα πρέπει να γίνεται καισαρική τομή γιατί μπορεί να προκληθεί θηλωμάτωση στο αναπνευστικό των νεογνών. Κάποια στελέχη του HPV μπορεί να  προκαλέσουν in situ (επιφανειακό) καρκίνο του δέρματος που μπορεί να εξελιχθεί σε διηθητικό.    

Το αίτιο των κονδυλωμάτων είναι ο ιός HPV που έχει μέχρι σήμερα πάνω από 200 στελέχη.  Από αυτά οι τύποι 6 και 11 είναι οι πιο συνηθισμένοι ενώ οι τύποι 16,18, 31. 33 κ.α. σχετίζονται με δυσπλασία και καρκίνο. 

Οι ηλικίες που έχουν τη μεγαλύτερη εμφάνιση είναι οι νεαροί σεξουαλικά δραστήριοι ενήλικες.  Οι παράγοντες κινδύνου για την HPV  λοίμωξη  είναι ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων, η συχνότητα εναλλαγής σεξουαλικών συντρόφων, ερωτικός σύντροφος με εξωτερικά κονδυλώματα, η μη χρήση προφυλακτικού και τέλος οι ερωτικές επαφές με άτομα υψηλού κινδύνου.

Η μετάδοση γίνεται με τη σεξουαλική επαφή. Μικροεκδορές στην επιφάνεια του δέρματος επιτρέπουν στον ιό να ενοφθαλμιστεί και να πολλαπλασιαστεί είτε στη γεννητική περιοχή είτε στη στοματική κοιλότητα. Κατά τον τοκετό η μητέρα με HPV λοίμωξη τη μεταδίδει στο νεογνό. Σε μερικές περιπτώσεις γίνεται μετάδοση από μη γεννητικές μυρμηγκιές των δακτύλων στη γεννητική χώρα οπότε προκαλούνται κονδυλώμτα μια οφείλονται στον ίδιο ιό.

Οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζουν υποκλινική  λοίμωξη δηλαδή είναι ασυμπτωματικοί. Ποσοστό 1% εμφανίζει εξωτερικά κονδυλώματα. Η λοίμωξη από HPV έχει ψυχοσεξουαλικές επιπτώσεις προκαλώντας συναισθήματα άγχους, κατάθλιψης και χαμηλής αυτοεκτίμησης.

Όλοι οι τύποι του ιού HPV χαμηλού και υψηλού κινδύνου προκαλούν κονδυλώματα. Είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι η λοίμωξη παραμένει δια βίου σε λανθάνουσα κατάσταση. Η πτώση της άμυνας του οργανισμού οδηγεί σε νέα υποτροπή αυξάνοντας την πιθανότητα μετάδοσής τους.

Ο χρόνος επώασης είναι από εβδομάδες  έως αρκετά χρόνια. Συνήθως οι βλάβες είναι ασυμπτωματικές. Μερικές φορές μπορεί να εμφανιστούν κνησμός, καύσος, αιμορραγία ή δυσπαρεύνια.

Υπάρχουν τέσσερις τύποι κονδυλωμάτων. Μικρά βλατιδώδη, ανθοκραμβοειδή, υπερκερατωσικά  και επίπεδα. Οι βλάβες είναι στο χρώμα του δέρματος, ρόδινες, ερυθρές ή καστανές, μονήρης ή διάσπαρτες. Σε ανοσοκαταστολή οι βλάβες   μπορεί να είναι τεράστιες.

Οι θέσεις που εμφανίζονται είναι όλη η γεννητική περιοχή σε άνδρες και γυναίκες, η περιοχή του πρωκτού και σπάνια ο λάρυγγας.

Η διάγνωση γίνεται κλινικά με την εντόπισή τους στο δέρμα,  με το γνωστό PAP test για τον εντοπισμό τους στον  τράχηλο της μήτρας και με ιστολογική εξέταση. Δεν υπάρχει ορολογικός έλεγχος για την ανεύρεση των κονδυλωμάτων, ωστόσο σε ασθενείς με κονδυλώματα πρέπει να γίνεται έλεγχος ώστε να αποκλειστούν άλλα αφροδίσια νοσήματα.

Ο HPV είναι ιδιαίτερα λοιμογόνος ιός. Μετά από χρόνο επώασης 3 εβδομάδες έως 8 μήνες μετά  τη μόλυνση εμφανίζονται τα κονδυλώμτα. Αυτόματη υποστροφή συμβαίνει σε ποσοστό 10%-30% των ασθενών και συνδέεται με ικανή ανοσολογική απάντηση. Μετά την υποστροφή η λοίμωξη μπορεί να είναι υποκλινική εφ όρου ζωής. Υποτροπή μπορεί να συμβεί τόσο σε υγιείς όσο σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς.

Τα κονδυλώματα υποτροπιάζουν ακόμα και μετά από θεραπεία. Αν αφεθούν χωρίς θεραπεία μπορεί να υποχωρήσουν από μόνα τους ή να μεγαλώσουν σε μέγεθος και αριθμό. Η μεγαλύτερη προσοχή σε ότι αφορά τις HPV λοιμώξεις είναι η ογκογονικότητα που έχουν κάποια στελέχη του ιού. Είναι καλό να γίνεται πάντα PCR εξέταση για την ανεύρεση των στελεχών του ιού και PAP test μαζί με PCR για τον ίδιο λόγο.

Η χρήση του προφυλακτικού δεν προστατεύει από τη μετάδοση σε μη μολυσμένους σεξουαλικούς συντρόφους.

Με τη θεραπεία γίνεται αφαίρεση εξωτερικά των κονδυλωμάτων αλλά όχι εκρίζωση του ιού. Η αφαίρεση γίνεται όχι μόνο για αισθητικούς λόγους, αλλά και για πρόληψη μετάδοσης και διασποράς του ιού, για ανακούφιση των συμπτωμάτων  και για ενίσχυση της αυτοεκτίμησης. Στις υποκλινικές βλάβες της  HPV λοίμωξης δεν υπάρχει  ειδική θεραπεία. Σε βλάβες που έχουν θεραπευτεί μπορεί να χορηγηθεί τοπικά κρέμα με imiquimod 5% για πρόληψη των υποτροπών.

Οι θεραπεία για τα κονδυλώματα  μπορεί να είναι τοπική από τον ασθενή που εφαρμόζεται στο σπίτι όπως οι κρέμες με imiquimod 5% ή ποδοφυλλίνη, και επεμβατικές που γίνονται από τον ιατρό. Αυτές αποσκοπούν στην άμεση καταστροφή των βλαβών με κρυοθεραπεία, διάλυμα τριχλωροξικού οξέως,, χειρουργική αφαίρεση, διαθερμία  και κυρίως Laser CO2. Η εντόπιση των κονδυλωμάτων στον κόλπο, στη μήτρα και στο ορθό χρειάζεται θεραπεία από τις αντίστοιχες ιατρικές ειδικότητες της γυναικολογίας και της γαστρεντερολογίας. 

Μετά τη θεραπεία  χρειάζεται παρακολούθηση για τυχόν υποτροπές της λοίμωξης. Το κάπνισμα και το stress είναι σημαντικοί παράγοντες ανοσοκαταστολής που βοηθούν τις υποτροπές των κονδυλωμάτων.

Μολυσματική Τέρμινθος
Η μολυσματική τέρμινθος προσβάλει και την περιοχή των γεννητικών οργάνων όπως και το δέρμα. Προκαλείται από τον ιό της μολυσματικής τερμίνθου. Στους ενήλικες κυρίως οφείλεται στο τύπο 2 (MCV-2).

Μεταδίδεται με τη σεξουαλική επαφή και προσβάλλει όλη την περιοχή των γεννητικών οργάνων μέχρι και το εφήβαιο καθώς και όλη την περιγεννητική χώρα. Ο χρόνος επώασης του ιού είναι 2 εβδομάδες έως 9 μήνες. Μπορεί να υποχωρήσουν μόνες τους ή να επιμένουν για 3-4 έτη.

Οι βλάβες είναι χαρακτηριστικές ομφαλωτές βλατίδες στο χρώμα του δέρματος μονήρης ή σε ομάδες. Η διάγνωση γίνεται κλινικά ενώ για τη θεραπεία εφαρμόζεται κρυοθεραπεία και κυρίως laser CO2.

Έρπης γεννητικών οργάνων
Ο έρπης των γεννητικών οργάνων είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που προκαλείται από τον ερπητοιό (HSV-Herpes Simplex Virus) και κυρίως από τον τύπο 2 HSV-2 σε μεγαλύτερο ποσοστό από τον τύπο HSV-1.

Εμφανίζεται με επώδυνες φυσαλίδες πάνω σε ερυθηματώδη βάση με διαυγές υγρό και συνοδεύεται σχεδόν πάντα από πόνο. Στις γυναίκες υπάρχουν και δυσουρικά ενοχλήματα. Στην αποδρομή τους αφήνουν επώδυνες διαβρώσεις. Στα αρχικά στάδια όπως και σε κάποιες υποτροπές η νόσος μπορεί να είναι ασυμπτωματική. Σπάνια υπάρχουν γενικά συμπτώματα όπως πυρετός, λεμφαδενοπάθεια και κακουχία.

Μερικές φορές παρατηρούμε υποτροπές σε περιόδους ανοσοκαταστολής όπως εγκυμοσύνη, stress, κόπωση, κακή διατροφή, λήψη αντιβίωσης ή στεροειδών.

Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εικόνα και σπάνια  χρειάζεται καλλιέργεια από τις φυσαλίδες ή αιματολογικός έλεγχος για τα αντισώματα.

Η θεραπεία γίνεται με  αντιϊκά φάρμακα, τοπική αγωγή και αναλγητικά φάρμακα. Σε συχνές υποτροπές χορηγείται χρόνια κατασταλτική θεραπεία.

Μυκητίαση
Οφείλονται συνήθως σε μύκητες Candida. Στις γυναίκες εκδηλώνεται με κνησμό, άλγος και οίδημα γεννητικών οργάνων και αποβολή υγρού από τον κόλπο λευκού ή λευκοαιματηρού και δύσοσμου. Στους άνδρες εμφανίζεται με ερυθρότητα και κνησμό.

Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εικόνα και την καλλιέργεια για μύκητες. Θεραπευτικά χορηγούνται   αντιμυκητιασικά φάρμακα και τοπική αγωγή και στους δύο συντρόφους.

Βαλανοποσθίτιδα
Η βαλανοποσθίτιδα είναι η φλεγμονή της βαλάνου. Μερικές φορές περιλαμβάνεται και η ακροποσθίας (το δέρμα που καλύπτει τη βάλανο). Προσβάλλονται 1 στους 20 άνδρες ενώ εμφανίζεται σε κάθε ηλικία.

Τα αίτια που προκαλούν βαλανοποσθήτιδα είναι πολλά. Η πιο συχνή αιτία είναι ο  μύκητας Candida. Άλλα αίτια είναι η κακή υγιεινή, σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα (έρπης γεννητικών οργάνων, γονόρροια, χλαμύδια κ.ά.), λοιμώξεις μη σεξουαλικά μεταδιδόμενες, αλλεργίες, ερεθισμοί, ψωρίαση κ.ά.

Προδιαθεσικοί παράγοντες είναι οι  προϋπάρχουσες άσηπτες φλεγμονές από κάποια αλλεργία ή ερεθισμό, ο σακχαρώδης διαβήτης, ο βραχύς χαλινός, η φίμωση που εμποδίζει την απομάκρυνση σμήγματος και την καλή υγιεινή, η ανοσακαταστολή.

Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εικόνα και το καλό ιστορικό. Αν υπάρχει πρόβλημα διαφορικής διάγνωσης μπορεί ναι γίνει καλλιέργεια για να βρεθεί το αίτιο της μόλυνσης, έλεγχος για σακχαρώδη διαβήτη, έλεγχος για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και τέλος βιοψία δέρματος για διάγνωση τυχόν υποκείμενου νοσήματος.

Η θεραπεία εξαρτάται πάντα από το υποκείμενο αίτιο για αυτό είναι απαραίτητη η εξέταση από το δερματολόγο.

Μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα
Η μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα είναι από τα πιο συχνά αίτια λοίμωξης στη γεννητική χώρα. Στο μεγαλύτερο ποσοστό  (50%) οφείλονται στα χλαμύδια του τραχώματος ενώ άλλα αίτια είναι το μυκόπλασμα, το ουρεόπλασμα, οι τριχομονάδες κ.α.

Ο χρόνος επώασης είναι 1-3 εβδομάδες. Στη συνέχεια ακολουθούν τα συμπτώματα που είναι η ουρηθρίτιδα δηλαδή βλεννοπυώδες ουρηθρικό έκκριμα, δυσουρία και πόνο ενώ στις γυναίκες εκδηλώνεται με τραχηλίτιδα, μητρορραγία, άλγος, κολπική έκκριση και δυσουρία. Η προσβολή του πρωκτού εκδηλώνεται με άλγος και πρωκτική έκκριση. Η λοίμωξη είναι ασυμπτωματική στο 50% των ανδρών και στο 70% των γυναικών.

Οι λοιμώξεις που δεν θεραπεύονται προκαλούν ανιούσες φλεγμονές και στα δύο φύλλα όπως επιδιδυμίτιδα, προστατίτιδα και ορχίτιδα στους άνδρες, ενώ στις γυναίκες φλεγμονώδη νόσο της πυέλου, χρόνιο πυελικό άλγος και υπογονιμότητα.

Παράγοντες κινδύνου είναι η ηλικία μικρότερη από 25 έτη, η μη χρήση του προφυλακτικού, η συχνή εναλλαγή συντρόφων και οι σύντροφοι από ομάδες υψηλού κινδύνου.

Η διάγνωση γίνεται με το ιστορικό και την καλλιέργεια ουρηθρικού και κολπικού εκκρίματος. Είναι σημαντικό να γίνει και διαφορική διάγνωση με την γονοκοκκική ουρηθρίτιδα αλλά και να βρεθεί η συνύπαρξη και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.

Το αποτέλεσμα της καλλιέργειας είναι σημαντικό για την επιλογή της κατάλληλης θεραπείας.

Χορηγούνται αντιβιοτικά όπως οι τετρακυκλίνες ή οι μακρολίδες ανάλογα την ανάγκη κάθε περιστατικού.

Βλεννόρροια
Η γονοκοκκική ουρηθρίτιδα ή  βλεννόρροια  οφείλεται στο γονόκοκκο στο Gram(-) αερόβιο διπλόκοκκο Neisseria Gonorroeae. Ως σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα προσβάλει το δέρμα και τους βλεννογόνους των γεννητικών οργάνων  σε άνδρες και γυναίκες. 

Μετά από χρόνο επώασης 3-5 μέρες στους άνδρες εμφανίζεται ουρηθρικό έκκριμα διάφανο ή πυώδες που συνοδεύεται από κνησμό, καύσο, πόνο και αίσθημα βάρους. Χωρίς θεραπεία ακολουθούν επιπλοκές όπως λεμφαγγειίτιδα, αποστήματα, προστατίτιδα κ.ά. Στις γυναίκες η λοίμωξη έχει ήπια συμπτώματα ή είναι ασυμπτωματική. Εμφανίζεται πυώδης και δύσοσμη έκκριση, αίσθημα βάρους στα γεννητικά όργανα, καύσος και πόνος.

Χωρίς θεραπεία μπορεί να εμφανιστούν επιπλοκές όπως γονοκοκκική κολπίτιδα , σαλπιγγίτιδα, ωοθηκίτιδα και στείρωση. Κοινές μολύνσεις ανδρών και γυναικών είναι η γονοκοκικκή  πρωκτίτιδα και η γονοκοκκική οφθαλμία και η προσβολή του στοματοφάρυγγα. Μπορεί να μεταδοθεί από τις έγκυες γυναίκες στο νεογέννητο έμβρυο.

Η διάσπαρτη λοίμωξη του γονόκοκκου εκδηλώνεται με αιμορραγικές φλύκταινες στα άκρα.

Η διάγνωση γίνεται με λήψη καλού ιστορικού, με την κλινική εικόνα, καλλιέργεια και άμεση μικροσκόπιση.

Για τη θεραπεία χορηγούνται αντιβιοτικά  κεφαλοσπορίνες, τετρακυκλίνες ή, κινολόλες ανάλογα με κάθε περίσταση.

Σύφιλη
Η σύφιλη είναι μια λοίμωξη κυρίως σεξουαλικά μεταδιδόμενη που προσβάλει άνδρες και γυναίκες. Προκαλείται από το βακτήριο Treponema pallidum ή ωχρά σπειροχαίτη. Αν μείνει χωρίς θεραπεία έχει χρόνια πορεία, έχει τη δυνατότητα να προσβάλει τα περισσότερα όργανα και μιμείται πολλές άλλες νόσους. Χαρακτηρίζεται από περιόδους που η νόσος εμφανίζει συμπτώματα και από περιόδους που είναι ασυμπτωματική. Μεταδίδεται κυρίως με σεξουαλική επαφή αλλά και από την έγκυο μητέρα στο νεογέννητο έμβρυο ή κατά τη μετάγγιση αίματος.

Το αίτιο της σύφιλης το Treponema pallidum είναι ένα βακτηρίδιο που διηθεί τους βλεννογόνους και το τραυματισμένο δέρμα. Στη συνέχεια πολλαπλασιάζεται στο σημείο εισόδου και ακολουθεί η συστηματική διασπορά. Ανάλογα με την άμυνα κάθε ατόμου η εκδήλωση της νόσου είναι διαφορετική.  

Η σύφιλη εμφανίζεται σε τέσσερα στάδια.

Πρωτογόνος σύφιλη
Η πρωτογόνος σύφιλη μεταδίδεται από την έμμεση σεξουαλική επαφή με τα τραύματα του άλλου ατόμου. Μετά από 2-6 εβδομάδες (μέσο όρο 21 μέρες) εμφανίζεται το συφιλιδικό έλκος στο σημείο ενοφθαλμισμού. Αυτό είναι ένα απλό χωρίς κνησμό και με καθαρή βάση έλκος. Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να έχουμε πολλά έλκη. Μπορεί να έχει και πόνο. Συνοδεύεται από λεμφαδενοπάθεια.  Οι πιο συνήθεις θέσεις εμφάνισής του είναι στους άνδρες το πέος στις γυναίκες η μήτρα και ο πρωκτός και το ορθό και στα δύο φύλλα.  Η βλάβη χωρίς θεραπεία υποχωρεί σε 3 με 6 εβδομάδες.

Δευτερογόνος σύφιλη
Η δευτερογόνος σύφιλη εμφανίζεται 1-6 μήνες μετά την πρωτογόνο σύφιλη. Έχει πολλές εκδηλώσεις. Βλατιδολεπιδώδες εξάνθημα, κατά πλάκες αλωπεκία, κηλίδες στο βλεννογόνο, πλατέα κονδυλώματα, κακουχία, πυρετός, κεφαλαλγία κ.ά.

Λανθάνουσα σύφιλη
Διακρίνεται στην πρώιμη νόσο (ιγότερο από ένα χρόνο) και στην όψιμη (περισσότερο από ένα χρόνο).

Τριτογόνος σύφιλη
Εμφανίζονται κοκκιώματα στο ήπαρ, το δέρμα και τα οστά. Προσβάλλεται το νευρικό σύστημα και η καρδιά.

Συγγενής σύφιλη
Μεταδίδεται από τη μητέρα στο νεογνό με συγγενής διαμαρτίες (απαραίτητος ο προγεννητικός έλεγχος και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης).

Ενδημική σύφιλη
Εμφανίζεται σε περιπτώσεις φτωχής υγιεινής.

Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εικόνα και τις ειδικές ορολογικές εξετάσεις VDRL, TPHA, FTA-ABS για την ανεύρεση των αντίστοιχων αντισωμάτων στο περιφερικό αίμα.  

Η θεραπεία εκλογής για όλα τα στάδια της σύφιλης είναι η Βενζαθεινική πενικιλλίνη G. Σε αλλεργία στην πενικιλίνη μπορεί να χορηγηθεί  τετρακυκλίνη, δοξυκυκλίνη, ερυθρομυκίνη κ.ά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η ενημέρωση και η θεραπεία του σεξουαλικού συντρόφου.

Η πρόληψη γίνεται με την αποχή από στενή σωματική επαφή με μολυσμένα άτομα και η χρήση προφυλακτικού.

Η συγγενής σύφιλη μπορεί να προληφθεί με την εξέταση των εγκύων γυναικών κατά τα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης και η χορήγηση θεραπείας για εκείνες που είναι μολυσμένες.   

Κλείστε το ραντεβού σας με την Δερματολόγο - Αφροδισιολόγο Μητσού Γεωργία στη Ρόδο, για την θεραπεία των κονδυλωμάτων.